Η γραμματοσειρά ψηφιοποιήθηκε από το Εργαστήριο Ελεύθερου Λογισμικού και Ψηφιακής Τυπογραφίας του Τμήματος Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Αιγαίου, αφού σχεδιάστηκε σε συνεργασία με το Εργαστήριο Παπυρολογίας του Τμήματος Ελληνικής Φιλολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης.

Ο πάπυρος του Δερβενίου αποτελεί αναμφισβήτητα το πλέον σημαντικό νέο κείμενο που ανακαλύφθηκε από την εποχή της Αναγέννησης και μετά σχετικά με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και θρησκεία. Αυτός ο απανθρακωμένος κύλινδρος, που κατά τη γνώμη των πιο έγκριτων μελετητών ανάγεται ήδη στο 350πΧ, βρέθηκε στα υπολείμματα μιας νεκρικής πυράς στο Δερβένι της Ελλάδας τον Ιανουάριο του . Καθίσταται επομένως το παλαιότερο σωζόμενο ευρωπαϊκό βιβλίο και ως τέτοιο καταχωρίζεται ήδη από το 2015 στην «Memory of the World Register» της unesco.

Από πολλές απόψεις ο πάπυρος αυτός κατατάσσεται μεταξύ των πιο αξιοσημείωτων ευρημάτων αυτού του αιώνα: για την παλαιογραφία (είναι ο αρχαιότερος λογοτεχνικός πάπυρος που έχει διατηρηθεί)· για την ποίηση (παραδίδει εξάμετρα αρχαϊκής ορφικής ποίησης)· για την ιστορία της ελληνικής θρησκείας· για την ιστορία της προσωκρατικής φιλοσοφίας και για την ιστορία της αρχαίας ερμηνευτικής. Δεν είναι τυχαίο γεγονός ότι ήδη πριν από την επίσημη έκδοσή του από τους Θεόκριτο Κουρεμένο, Γεώργιο Παράσογλου και Κυριάκο Τσαντσάνογλου το 2006 και πολύ περισσότερο στη συνέχεια έγινε αφορμή για πληθώρα ακαδημαϊκών μελετών, οι οποίες συμβάλλουν ολοένα και περισσότερο στην κατανόηση του κειμένου και στην προσπάθεια να καταστήσουμε τις απλώς υποθετικές προτάσεις και προσπάθειες ερμηνείας και αποκατάστασης βεβαιότητες.
Ο πάπυρος του Δερβενίου βρέθηκε κοντά στο Δερβένι, ένα στενό ορεινό πέρασμα στην αρχαία μακεδονική περιοχή της Μυγδονίας, στο δρόμο από τη Θεσσαλονίκη προς την Ανατολική Μακεδονία και τη Θράκη, περίπου δώδεκα χιλιόμετρα βόρεια της πόλης. Στις 15 Ιανουαρίου 1962, περίπου δυόμισι χιλιόμετρα νότια του περάσματος, δηλαδή εννέαμισι χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη, ένας εκσκαφέας ανέσκαψε έναν αρχαίο τάφο κατά τη διάρκεια της κατασκευής δημοσίων έργων. Ο τότε έφορος αρχαιοτήτων στη Θεσσαλονίκη, Χαράλαμπος Μακαρόνας, διέταξε ανασκαφές στην περιοχή, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν επειγόντως υπό την επίβλεψη του αρχαιολόγου Πέτρου Θέμελη και έφεραν στο φως άλλους έξι τάφους. Όλοι βρέθηκαν σε ακτίνα περίπου 200 μέτρων από το πρώτο εύρημα, εκτός από έναν θολωτό τάφο που βρισκόταν περίπου 500 μέτρα μακριά. Όλοι ήταν ασύλητοι, εκτός από τον θολωτό και έναν άλλο που είχε συληθεί πρόσφατα, πιθανόν λίγο πριν από την ανασκαφή. Ένας μεγάλος αριθμός κτερισμάτων είχε τοποθετηθεί στους τάφους, τόσο πήλινων όσο και χάλκινων αγγείων, κοσμημάτων και άλλων αντικειμένων. Το πιο εντυπωσιακό εύρημα αποτελούσαν τα μεταλλουργικά σκεύη, τα κύρια δείγματα μεταλλοτεχνίας από τη Μακεδονία μέχρι την ανακάλυψη των βασιλικών τάφων στην Βεργίνα. Τα παλαιότερα αρχαιολογικά ευρήματα από την ευρύτερη περιοχή του Δερβενίου ήταν πενιχρά, αλλά έδειχναν την ύπαρξη ενός εκτεταμένου κοντινού οικισμού. Η κοντινότερη πόλη, στα βόρεια του περάσματος, ήταν η Λητή.

Οι τελευταίες έρευνες στην περιοχή μαρτυρούν συνεχή κατοίκηση από την αρχαϊκή εποχή και μετά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανακάλυψη ενός σημαντικού ιερού της Δήμητρας και της Κόρης, νότια του λόφου στην ανατολική πλευρά του περάσματος και τα γλυπτά που βρέθηκαν εκεί, που χρονολογούνται μεταξύ του δεύτερου μισού του 4ου αιώνα και των αρχών του 3ου αιώνα πX ή αργότερα. Στο δεύτερο μισό του 4ου αιώνα χρονολογούνται επίσης τα πρώτα επιγραφικά στοιχεία για τους πολίτες της Λητής που υπηρετούσαν ως αξιωματούχοι εκτός πόλης, «πρόξενοι» ή «θεωροδόκοι» στα ιερά του πανελληνίου, γεγονός που μαρτυρεί το πέρασμα της πόλης από την γεωργική στην αστική οργάνωση. Το νεκροταφείο της πόλης, που περιέχει ταφές που χρονολογούνται μεταξύ του 6ου και 4ου αιώνα πΧ, βρίσκεται σε κάποια απόσταση από το πέρασμα, στα βόρεια. Ποιοι ήταν τότε οι άνθρωποι που θάφτηκαν τόσο μακριά, δυόμισι χιλιόμετρα νότια του περάσματος, στους λεγόμενους «τάφους του Δερβενίου»; Η συνήθης απάντηση είναι ότι ήταν διακεκριμένοι πολίτες της Λητής, ευγενείς και πλούσιοι, των οποίων οι συγγενείς επέλεξαν αυτό το απομακρυσμένο μέρος για τις ταφές τους ώστε να αποτρέψουν τη λεηλασία. Έχει προταθεί ότι οι αιχμές δόρατος και τα άλλα όπλα που βρέθηκαν μεταξύ των λειψάνων των πυρών μαζί με τον εξοπλισμό αλόγων θα μπορούσαν να ταυτίσουν τους νεκρούς ως πολέμαρχους ή βασιλικούς εταίρους του μακεδονικού στρατού.

Ο παπύρινος κύλινδρος βρέθηκε απανθρακωμένος ανάμεσα στα απομεινάρια της νεκρικής πυράς που είχαν σκορπιστεί πάνω από τις πλάκες που κάλυπταν τον τάφο Α. Ο νεκρός είχε αποτεφρωθεί σε μια περίτεχνη δομή πολύ κοντά στον τάφο. Οι στάχτες και τα οστά του τοποθετήθηκαν σε έναν χάλκινο κρατήρα, ο οποίος τοποθετήθηκε στον τάφο. Το γεγονός ότι ο κύλινδρος κάηκε σε μια νεκρική πυρά ενδεχομένως σχετίζεται με το περιεχόμενο του βιβλίου και η εγγύτητα του τάφου στο ιερό της Δήμητρας και της Κόρης ίσως υποδεικνύει ότι ο αποτεφρωμένος άνθρωπος υπήρξε μυημένος. Η εξωτερική επιφάνεια του κυλίνδρου βρέθηκε μερικώς καλυμμένη με ελαφρά υπολείμματα αποξηραμένου πηλού. Η απανθράκωση μέσα σε «δέρμα πηλού» ενδεχομένως υπήρξε και η αιτία για την επιβίωση του παπύρου.

Το μέγιστο ύψος του κυλίνδρου είναι 9,4 εκ. Όταν ο κύλινδρος έσπασε σε διάφορα κομμάτια αμέσως μετά τη μεταφορά του στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, αποκαλύφθηκε η γραμμένη εσωτερική του πλευρά. Ο Anton Fackelmann (†1986), τότε συντηρητής της συλλογής πάπυρου του Εθνική Βιβλιοθήκης της Αυστρίας στη Βιέννη και ειδικός στην αποκατάσταση και συντήρηση των απανθρακωμένων παπύρων, προσκλήθηκε από τον Χαράλαμπο Μακαρόνα να ξετυλίξει τον κύλινδρο. Η τεχνική του, λεπτομερώς περιγεγραμμένη από τον ίδιο επ᾽ ευκαιρίας της εργασίας του με τους απανθρακωμένους παπύρους του Ηρακλείου στην Ιταλία, συνίστατο στην μείωση της ευθραυστότητας του καμμένου κυλίνδρου μέσω εφαρμογής φρέσκου χυμού παπύρου ή αραβικού κόμμεως, και στην τοποθέτηση κάτω από έναν ηλεκτρικό λαμπτήρα με μια παχιά πλάκα γυαλιού ως βάση για να χωρίσει μέσω θερμότητας και στατικού ηλεκτρισμού τα στρώματα. Αυτή η μέθοδος είχε ως αποτέλεσμα μια συλλογή περίπου 200 σπαραγμάτων, μερικά μεγαλύτερα, μερικά πολύ μικρά που στη συνέχεια χωρίστηκαν σε πέντε ομάδες και τοποθετήθηκαν μεταξύ εννέα φύλλων γυαλιού. Η ομαδοποίηση δεν αντιστοιχεί στην αρχική σειρά των θραυσμάτων και σε ορισμένες περιπτώσεις προφανώς βασίστηκε μόνο στο μέγεθος των μεμονωμένων θραυσμάτων. Τα σπαράγματα, ως προς την φυσική τους κατάσταση, ήταν τόσο εύθραυστα (ακόμη και η παραμικρή επαφή μπορεί να προκαλέσει το θρυμματισμό τους) που η αφαίρεσή τους από το γυαλί ήταν εκτός συζήτησης. Η αποκατάσταση της αρχικής σειράς των σπαραγμάτων και η αποκρυπτογράφηση του κειμένου πραγματοποιήθηκαν με τη βοήθεια φωτογραφιών υψηλής ποιότητας, μερικές από τις οποίες εκτέθηκαν μαζί με τον πάπυρο στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης την άνοιξη του 1998.

Το κάτω μέρος του πάπυρου είναι καμένο και μόνον 7‒8 εκατοστά του άνω μισού διέφυγαν την πυρά. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε 15‒17 γραμμές γραφής στις καλύτερα διατηρημένες στήλες, εκ των οποίων οι ανώτερες 10‒11 γραμμές έχουν σχεδόν συνεχές κείμενο, ενώ συνήθως μόνο λίγα γράμματα είναι ευανάγνωστα στις κάτω γραμμές. Μόνο μικρά θραύσματα 9‒10 γραμμών, μερικά με πολύ δύσκολα αναγνώσιμα γράμματα, παραμένουν από τις σχεδόν ολοκληρωτικά κατεστραμμένες πρώτες στήλες. Ο Στυλιανός Καψωμένος, με τη βοήθεια του Κυριάκου Τσαντσάνογλου, αναγνώρισε για πρώτη φορά 22 στήλες, ενώ παρέμεναν αρκετά αταύτιστα σπαράγματα. Ο Τσαντσάνογλου έχει διαπιστώσει, ωστόσο, ότι έχουμε κατάλοιπα 26 στηλών συνολικά, γεγονός που έχει οριστικοποιήσει την αρίθμηση των στηλών. Οι πρώτες στήλες, οι οποίες αποτελούσαν τα εξωτερικά στρώματα του ρολού, ως πιο εκτεθειμένες στις καταστροφικές επιπτώσεις της φωτιάς και του χρόνου, διασώζονται σε πολύ χειρότερη κατάσταση. Τα υπόλοιπα επάνω μέρη των τελευταίων στηλών, από την άλλη πλευρά, περιέχουν πολύ λίγα χάσματα. Σύμφωνα με την καθιερωμένη αρχαία πρακτική, ένα σχετικά μεγάλο μέρος παπύρου (περίπου 17 εκ.) αφήνεται άγραφο μετά την τελευταία στήλη, προκειμένου να γίνει η χρήση του κυλίνδρου ευκολότερη. Είναι δύσκολο να μαντέψουμε πόσες στήλες έχουν χαθεί πριν από τη στήλη Ι. Επιπλέον, είναι πιθανό ότι το κείμενο συνεχίστηκε σε ένα δεύτερο κύλινδρο. Τα διαθέσιμα στοιχεία, ωστόσο, δεν επιτρέπουν να επαληθευθεί ή να διαψευσθεί αυτή η υπόθεση. Οι γραμμές ευθυγραμμίζονται με το αριστερό περιθώριο και τελειώνουν, κατά κανόνα, με πλήρεις λέξεις —μόνο δύο φορές στο σωζόμενο τμήμα του κυλίνδρου παρατηρείται χωρισμός μακρόσυρτων λέξεων για τις οποίες τηρούνται οι κανόνες του συλλαβισμού. Οι στήλες είναι ανεξάρτητες από τα κολλήματα και το κείμενο γράφεται κάθετα στις κολλήσεις.
Ο terminus ante quem για τη χρονολόγηση του παπύρου εξαρτάται από τη χρονολόγηση του τάφου Α, την οποία ο Πέτρος Θέμελης και ο Γιάννης Τουράσογλου τοποθετούν στο τέλος του 4ου ή στις αρχές του 3ου αιώνα πΧ. Οι λίγοι σωζόμενοι ελληνικοί πάπυροι της εποχής αυτής έχουν βρεθεί μακριά από την Ελλάδα και είναι συνήθως χωρίς ακριβή χρονολόγηση, οπότε είναι δύσκολο να βασιστούμε στη συγκριτική μελέτη της γραφής του παπύρου για τη χρονολόγηση του βιβλίου. Η γραφή συγκεκριμένων γραμμάτων (ειδικά των Ε, Ζ, Ξ, Σ, Φ και Ω) είναι παρόμοια με αυτήν των επιγραφών και η σχεδόν στοιχηδόν διαμόρφωση των στηλών παραπέμπουν στον 4ο αι. Από την άλλη, η σύγκριση με τις γραφές των αγγείων υποδεικνύει το δεύτερο μισό του 4ου αι. Οι διάφοροι μελετητές προτείνουν με βάση την παλαιογραφία του κειμένου χρονολόγηση μεταξύ του 340 και 320 πX χωρίς να αποκλείεται και η ακόμη παλαιότερη. Επιπλέον, δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει εντελώς άλλους παράγοντες που μπορεί να θολώσουν την εικόνα. Δεν είναι απίθανο, για παράδειγμα, η φύση του κειμένου να προκάλεσε την αναπαραγωγή και μίμηση ενός πιο απαρχαιωμένου χειρογράφου. Φυσικά, η χρονολόγηση του χειρογράφου δεν χρειάζεται να συμπίπτει με αυτήν του ίδιου του κειμένου. Γενικότερα, όμως, υπάρχει ευρεία συναίνεση ότι ο πάπυρος έχει διατηρήσει ένα έργο που συντέθηκε κοντά στα τέλη του 5ου αιώνα πX: Το ύφος του ανάγει τη σύνθεσή του στο 400 ή νωρίτερα. Επομένως, το έργο ήταν περίπου έναν αιώνα παλαιότερο όταν ο κύλινδρος παραδόθηκε στην πυρά και κυκλοφορούσε για μερικές δεκαετίες όταν γράφτηκε ο κύλινδρος, λίγος χρόνος ώστε το κείμενο να έχει υποστεί παραφθορές ή διορθώσεις κατά τη διαδικασία της αντιγραφής και παράδοσης.
Η συνολική εντύπωση για τη γλώσσα του κειμένου είναι ότι αποτελεί ένα κείμενο ιωνικής διαλέκτου ελεύθερα διανθισμένο με χαρακτηριστικά της αττικής και όχι το αντίστροφο και με σποραδικά δωρικά στοιχεία. Τα στοιχεία της αττικής διαλέκτου θα μπορούσαν να αποδοθούν στην αυθόρμητη τάση ενός Ίωνα «φυσιολόγου» να προσαρμοστεί στην κυρίαρχη διάλεκτο της εποχής του. Πιθανή ένδειξη της προέλευσης του συγγραφέα είναι τα ιωνικά χαρακτηριστικά στα παραδείγματα από την καθημερινή ομιλία με τα οποία συχνά υποστηρίζει απόψεις του. Θα πρέπει ληφθεί υπόψη, όχι μόνο ότι μια κοινότητα διανοούμενων από την Ιωνία φαίνεται να έχουν δραστηριοποιηθεί στα τέλη του 5ου αιώνα στην Αθήνα, αλλά και ότι στους δήμους της Αθήνας κοντά στην Εύβοια η καθομιλουμένη πρέπει να προσομοίαζε με την «μεμιγμένη» ιωνική διάλεκτο του συγγραφέα του παπύρου. Το ύφος του συγγραφέα, ο οποίος μιλάει σε πρώτο πρόσωπο ενικό και ίσως σε πρώτο πληθυντικό, είναι ανεπίσημο και μάλλον πρόχειρο.
Οι τρεις πρώτες από τις είκοσι έξι στήλες είναι σοβαρά κατεστραμμένες.

Η στήλη Ι μάλλον αναφέρεται στις Ερινύες.

Η στήλη ΙΙ αναφέρει πιθανώς τις Ερινύες αλλά και τις Ευμενίδες, οι οποίες ίσως δεν θα έπρεπε να διακριθούν από πιθανώς τις Ερινύες και ταυτίζονται με τις ψυχές στη στήλη VI, ίσως εκείνες συγκεκριμένων νεκρών. Επίσης αναφέρει σπονδές που προσφέρονται στον Δία, λατρευτικές τιμές που προσφέρονται στις Ευμενίδες, θυσίες πτηνών στους δαίμονες (κατά την αρχαία σημασία της λέξης), κάποιον που λέγεται ότι έχει προσθέσει ύμνους ή ποίηση προορισμένη για μουσική εκτέλεση στις τελετουργίες προς τιμήν των Ερινύων/Ευμενίδων. Τέλος, αναφέρεται το νόημα αυτών των έργων.

Η στήλη ΙΙΙ αναφέρει τους παραβάτες, που πιθανώς προειδοποιούνται ή τιμωρούνται από την Δίκη μέσω των Ερινυών. Αναφέρει, εξάλλου, δαίμονες που ίσως κατοικούν στον κάτω κόσμο, ο καθένας από τους οποίους έχει ανατεθεί σε ένα άτομο ως θεραπευτής, υπηρέτες των θεών (πιθανώς τα ίδια όντα με τους δαίμονες), άδικους άνδρες που πιθανόν να λογοδοτούν για τα εγκλήματά τους.

Η στήλη IV, λιγότερο κατεστραμμένη από τις τρεις προηγούμενες στήλες, περιέχει ένα απόσπασμα από τον Ηράκλειτο που μπορεί να θεωρηθεί ότι διατηρεί την αρχική διατύπωσή του και, αν ευσταθεί η υπόθεση, δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας ότι ο Εφέσιος πραγματεύτηκε το πραγματικό πλάτος του Ήλιου και οι Ερινύες ως υπηρέτριες της Δίκης είναι υπεύθυνες για την σύλληψη του Ήλιου σε περίπτωση που ξεπεράσει καθορισμένα όρια.

Στη στήλη V κάποιος, που μιλάει στο πρώτο πρόσωπο πληθυντικό, επικρίνει ορισμένους άφρονες ανθρώπους που δεν πιστεύουν ότι ο Άδης επιφυλάσσει φρικτή μοίρα για αυτούς και, αδυνατώντας να κατανοήσουν τα όνειρα και άλλα σημεία, καταλαμβάνονται από ηδονή και διαπράττουν σφάλματα. Ο ομιλητής φαίνεται να επισκέπτεται μαντεία για λογαριασμό αυτών των ανθρώπων.

Το θέμα της στήλης VI είναι οι προσευχές και οι θυσίες που εκτελούνται για να κατευνάσουν ορισμένες ψυχές. Επίσης, οι επωδές που εκφωνούνται από τους μάγους για την απαλλαγή από δαίμονες που διατίθενται εχθρικά προς άλλες ψυχές. Τέλος, προκαταρκτικές προσφορές προς τις Ευμενίδες εκ μέρους των μυστών λόγω του γεγονότος ότι οι Ευμενίδες είναι ψυχές, πιθανώς εκείνες που πρέπει να κατευναστούν.

Από το δεύτερο μισό της στήλης VII και μετά και μέχρι το τέλος του κειμένου ο συγγραφέας παραθέτει και συζητά στίχους σε εξάμετρο. Η βιβλιογραφία σχεδόν στο σύνολό της συμφωνεί ότι οι περισσότεροι από αυτούς τους στίχους ανήκουν σε Ορφικό ποίημα. Το ποίημα συνήθως περιγράφεται ως «Θεογονία» και παρουσιάζει ομοιότητες με αυτήν του Ησιόδου. Επιπλέον, το γεγονός ότι το πλάτος των μεμονωμένων στηλών καθορίστηκε ώστε να αντιστοιχεί στο μήκος ενός στίχου σε εξάμετρο υποδηλώνει ότι η συζήτηση αυτών των στίχων ήταν ένας από τους κύριους σκοπούς ολόκληρου του κειμένου.
Σημαντική βοήθεια στη λήψη αποφάσεων μεταξύ των εναλλακτικών αναγνώσεων του έργου που έχει διατηρήσει ο πάπυρος του Δερβενίου σε αποσπασματική κατάσταση θα ήταν η ταυτοποίηση του συγγραφέα με κάποιον για τον οποίο διαθέτουμε αξιόπιστες σχετικές πληροφορίες. Ωστόσο, δεδομένου ότι ο συγγραφέας θα μπορούσε να προσδιοριστεί μόνο βάσει αποδεικτικών στοιχείων από το ίδιο το έργο, η απόφαση μεταξύ εναλλακτικών αναγνώσεων ενός αποσπασματικού έργου με αυτόν τον τρόπο θα ενισχύσει την προτιμώμενη ανάγνωση κάποιου. Είναι δύσκολο να σπάσει αυτός ο φαύλος κύκλος. Οι πιθανότητες να ανακαλυφθεί ένα άλλο αντίγραφο του εν λόγω έργου με το όνομα του συγγραφέα ή κάποια πληροφορία που συνδέει ένα ήδη γνωστό όνομα με αυτό το έργο είναι μάλλον μικρές, εκτός εάν δεχθούμε ότι ο πάπυρος μεταδίδει ένα κείμενο παρόμοιο με αυτό των ορφικών ελασμάτων, οπότε θα μπορούσε ευλόγως να αναμένεται ότι θα εμφανιστούν και άλλα αντίγραφα του κειμένου. Επιπλέον, αν ληφθεί υπόψη, πρώτον, ότι οι προτεινόμενοι υποψήφιοι για τη συγγραφή του έργου είναι συχνά πρόσωπα για τα οποία είναι ελάχιστα γνωστά, και, δεύτερον, ότι όχι μόνο δεν μπορεί να αποκλειστεί, αλλά θα πρέπει να θεωρηθεί ισχυρή η πιθανότητα ο συγγραφέας να είναι κάποιος του οποίου το όνομα δεν αναφέρεται ποτέ σε κανένα από τα σωζόμενα κείμενα, η προσπάθεια ταυτοποίησης του συγγραφέα υπό το πρίσμα των διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων φαίνεται να είναι μια άσκηση που μάλλον στερείται προς το παρόν επιστημονικής αξίας.

Παρόλα αυτά, σε διάφορα στάδια της εκδοτικής διαδικασίας του παπύρου, διαφορετικοί μελετητές έχουν προωθήσει διαφορετικές προτάσεις για την ταυτοποίηση του συγγραφέα του πάπυρου. Όταν ο Στυλιανός Καψωμένος παρουσίασε τον πάπυρο στην Αμερικανική Εταιρεία Παπυρολόγων, ανέφερε το όνομα του Επιγένη, εκφράζοντας ταυτόχρονα τις επιφυλάξεις του σχετικά με αυτή την υπόθεση. O Charles H. Kahn ισχυρίζεται ότι ο πιο πιθανός υποψήφιος για τη συγγραφή είναι ο Ευθύφρων, γνωστός σε εμάς αποκλειστικά από τα έργα «Εὐθύφρων» και «Κρατύλος» του Πλάτωνα. Ο Walter Burkert, από την πλευρά του, υποστήριξε σε μια σύντομη εργασία ότι ο Θάσιος Στησίμβροτος θα μπορούσε επίσης να θεωρηθεί συγγραφέας. Εάν ναι, το κείμενο του πάπυρου μπορεί να είναι πανομοιότυπο με το «Περὶ τελετῶν» του Στησιμβρότου. Σύμφωνα με τη Maria Serena Funghi, αυτή η υπόθεση είχε ήδη γίνει αποδεκτή κατά γράμμα. από τον Κυριάκο Τσαντσάνογλου. Πιο πρόσφατα, ο Richard Janko εισήγαγε μια ενδιαφέρουσα εναλλακτική ερμηνεία του πάπυρου. Με βάση μια διαφορετική αξιολόγηση της στάσης του συγγραφέα απέναντι στην παραδοσιακή θρησκευτικότητα και τα Ορφικά μυστήρια, ο Janko έκανε δύο προτάσεις σχετικά με την ταυτότητα του συγγραφέα: πρώτα, τον Διογένη τον Απολλωνιάτη και στη συνέχεια, πιο ένθερμα, τον Διαγόρα του Μήλου. Σε αυτή την περίπτωση, υποστηρίζει ο Janko, ο πάπυρος μπορεί να μας προσφέρει θραύσματα από το έργο «Ἀποπυργίζοντες Λόγοι» του Διαγόρα. Ο Gábor Betegh διαβλέπει πολλές ομοιότητες του συγγραφέα του Δερβενίου με τον Εμπεδοκλή. Καμία από αυτές τις προτάσεις δεν έχει γίνει γενικώς αποδεκτή. Προφανώς, οποιαδήποτε ταυτοποίηση μπορεί να βασιστεί μόνο σε διεξοδική ανάλυση του κειμένου. Ως εκ τούτου, παρόλο που ορισμένοι από αυτούς που αναφέρθηκαν παραπάνω φαίνονται καλύτεροι υποψήφιοι από άλλους, κανένας από αυτούς, δεν μπορεί ακόμη να συγκεντρώσει επαρκή πειστικά επιχειρήματα.
Στα παλαιότερα παραδείγματα κειμένων δεν παρατηρούνται ουσιαστικές διαφορές μεταξύ φιλολογικών γραφών και μη φιλολογικών γραφών ή μεταξύ παπυρικών και επιγραφικών γραφών. Ίσως ένας βασικός τύπος γραφής να είχε διδαχθεί σε στοιχειώδες επίπεδο ήδη από το τέλος του πέμπτου αιώνα και να προοριζόταν να χρησιμοποιηθεί για γενικούς σκοπούς. Τα ίδια χαρακτηριστικά φέρει και ο πάπυρος του Δερβενίου: Μικρά, τετράγωνα, όρθια κεφαλαία, γενικά διγραμμικά, έργο ενός εξειδικευμένου γραφέα, που χρησιμοποιεί ακονισμένο κάλαμο. Κάθε γράμμα γράφεται ξεχωριστά, το γράψιμο, ωστόσο, είναι «γρήγορο» και η διάταξη δίνει την ψευδαίσθηση μιας στοιχηδόν επιγραφής (δεν είναι στην πραγματικότητα στοιχηδόν). Το Α έντονο, τετράγωνο Ε (το κάθετο στοιχείο και βάση συχνά σε μία κίνηση), το Ζ με παράλληλες οριζόντιες γραμμές και κάθετη στη μέση, το Θ συχνά με μία κίνηση (δεν συμφωνούμε με τους Cavallo-Maehler για την κεντρική τελεία στο Θ), το Κ σε 2 κινήσεις, το Μ σε 3 ή 4 (υψηλό και κάπως στρογγυλεμένο), το δεύτερο σκέλος του Ν ανυψωμένο, το Σ σε 4 κινήσεις, αλλά συχνά σε μία ακολουθία (η ίδια και στον πάπυρο του Τιμοθέου αλλά όχι το ίδιο αποτέλεσμα), επιγραφικό Ω σε μία κίνηση. Δεν υπάρχει στίξη, μία φορά διαλυτικά, και η παράγραφος συνήθως προηγείται και έπεται εξάμετρων παραθεμάτων. Το προσγεγραμμένο ιώτα και η αφομοίωση αποτελούν συνηθισμένα χαρακτηριστικά. Υπάρχουν κάποιες διορθώσεις πάνω από τις γραμμές, προφανώς από τον πρώτο γραφέα. Άλλα παραδείγματα αυτού του πρώιμου τύπου γραφής λογοτεχνικών κειμένων σε παπύρους είναι ο P.Berol. Inv. 9875, οι Πέρσες του Τιμόθεου, η λεγόμενη κατάρα της Αρτεμισίας στο upz I 1, ο P.Hib. I 6 και ο bkt V 2, 56‒63. Η γραφή τους παρουσιάζει, όπως και των μη φιλολογικών sb xiv 11942 και 11963 και των εγγράφων Ελεφαντίνης (πχ P. Eleph. 1), τη μετάβαση από τον τέταρτο αιώνα στις γραφές του τρίτου αιώνα, όπου, είναι ορατά τα διαφορετικά μεγέθη μεγάλων γραμμάτων (Α, Η, Μ, Τ και μερικές φορές Ν και Π) και άλλων στενότερων ή μικρότερων (Ε, Θ, Ο, Σ). Στον πάπυρο του Δερβενίου δεν παρατηρούνται μεγάλες διαφορές στα μεγέθη με εξαίρεση τα Ο, Π, Ω, Θ και κάποτε το Ι.

Για το παραπάνω κείμενο αντλήθηκαν στοιχεία κυρίως από την επίσημη έκδοση του παπύρου: Kouremenos, Th. – Parássoglou, G. M. – Tsantsanoglou, K. 2006. The Derveni Papyrus. Edited with Introduction and Commentary. Studi e testi per il “Corpus dei papiri filosofici greci e latini,” vol. xiii. Firenze.

Περαιτέρω διευκρινίσεις και επιμέρους λεπτομέρειες αντλήθηκαν από τα:
Bagnall, R.S. (ed.) 2011. The Oxford Handbook of Papyrology. Oxford.
Betegh, G. 2004. The Derveni Papyrus: Cosmology, Theology and Interpretation. Cambridge.
Cavallo, G. – Maehler, H. 2008. Hellenistic Bookhands, Berlin and New York.
Cavallo, G. 2011. “Greek and Latin Writing in the Papyri,” in Bagnall (ed.), 101‒148.
Funghi, M. S. 1997. “The Derveni Papyrus,” in Laks – Most (eds.), 25–37.
Janko, R. 2001. “The Derveni Papyrus ('Diagoras of Melos, Apopyrgizontes Logoi?'): A New Translation”. Classical Philology, 96(1), 1‒32.
Kotwick, M. 2017. Der Papyrus von Derveni. Griechisch-deutsch. Eingeleitet, übersetzt und kommentiert von Mirjam E. Kotwick, basierend auf einem griechischen Text von Richard Janko, Berlin – Boston.
Laks, A. – Most, G. W. (eds.) 1997. Studies on the Derveni Papyrus. Oxford.
Papadopoulou, I. – Muellner, L. (eds.) 2014. Poetry as Initiation: The Center for Hellenic Studies Symposium on the Derveni Papyrus. Hellenic Studies, 63. Washington.
Piano, V. 2016b. Il Papiro di Derveni tra religione e filosofia. Studi e testi per il Corpus dei papiri filosofici greci e latini, vol. xviii. Firenze.
Tsantsanoglou, K. 2014. “Some Desiderata in the Study of the Derveni Papyrus,” in Papadopoulou – Muellner (eds.), 1–18.
Tzifopoulos, Y. Z. 2010. “The Derveni Papyrus and the Bacchic-Orphic Epistomia,” Trends in Classics 2, 31–63.
Bασική βιβλιογραφία για τον πάπυρο του Δερβενίου στο: Funghi, M. S. 1997. “Bibliography of the Derveni Papyrus,” in Laks – Most (eds.), 175–85 και συνεχίζεται στο: https://brill.com/view/book/edcoll/9789004384859/back-1.xml



Τεχνικές Πληροφορίες για τη Γραμματοσειρά



Σύνολο χαρακτήρων:

ΑΒΓΔΕΖΗΘΙΚΛΜΝΞΟΠΡΣΤΥΦΧΨΩ


Εναλλακτικοί χαρακτήρες:

βθνσςχψ ΪΫ



Αντιστοίχιση στις θέσεις του Ελληνικού Πληκτρολογίου:



Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω

Α

Β

Γ

Δ

Ε

Ζ

Η

Θ

Ι

Κ

Λ

Μ

Ν

Ξ

Ο

Π

Ρ

Σ

Τ

Υ

Φ

Χ

Ψ

Ω




β
θ
Ϊ
ν
σ
ς
Ϋ
χ
ψ

β

θ


Ϊ

ν

σ

ς


Ϋ

χ

ψ


Τα φωνήεντα βρίσκονται και στις θέσεις των πολυτονικών για εύκολη μετατροπή κειμένου από άλλες γραμματοσειρές σε αυτή καθώς και στις θέσεις του Λατινικού αλφαβήτου ακολουθώντας την κωδικοποίηση Beta Code ώστε να είναι εφικτή η χρήση της από χρήστες χωρίς ελληνικό πληκτρολόγιο.

Ο χαρακτήρας dotbelowcomb (uni0323) παρέχεται όχι ως μέρος του σχεδιασμού της γραμματοσειράς αλλά για παπυρολογική και φιλολογική χρήση που η τοποθέτησή του κάτω από ένα γράμμα δείχνει είτε κατεστραμμένο είτε αμφίβολο χαρακτήρα στον πάπυρο. Η συμπερίληψη αυτού του χαρακτήρα γίνεται για τεχνικούς λόγους, και συγκεκριμένα για τη σωστή οριζόντια τοποθέτησή του κάτω από τους χαρακτήρες της γραμματοσειράς. Άλλοι χαρακτήρες που χρησιμοποιούνται (όπως για παράδειγμα οι [] ή ⟦⟧) μπορούν χωρίς πρόβλημα να αντληθούν από άλλες γραμματοσειρές.



Η χρήση της γραμματοσειράς είναι ελεύθερη. Επιτρέπεται η επαναδιανομή της με αναφορά στην παρούσα σελίδα σε εμφανές σημείο. Επαναδιανομή χωρίς αναφορά στην παρούσα σελίδα απαιτεί άδεια από τους δημιουργούς της.

Download

Ευχαριστίες:

Με την πρόθεση η γραμματοσειρά να είναι προσβάσιμη σε άτομα με ολική αναπηρία όρασης, ευχαριστούμε τη Φυσικό ΕΑΕ, Όλγα Μαλεζά, καθώς και τη Μαθηματικό Ανδριάννα Σαμοΐλη και τη Φοιτήτρια Τμήματος Νηπιαγωγών  Άννα Μπαλάν, δύο  άτομα με ολική αναπηρία όρασης, για τις πληροφορίες και τον έλεγχο που μας παρείχαν για το αρχείο pdf για άτομα με σοβαρά προβλήματα όρασης.